Γράφει ο Γαβριήλ Μιχαλάτος (* Πολιτισμολόγος - Ιστορικός)
Είναι αλήθεια ότι η άρση των περιοριστικών μέτρων που προέκυψαν, όχι
βάσει ενός μακροπρόθεσμου οικονομικού σχεδιασμού αλλά λόγω Covid, επέφεραν στην κοινωνία μια
επίπλαστη εφορία η οποία έχει αρχίσει να δείχνει το πόσο παροδική είναι καθώς κανείς και τίποτα δεν μπορεί να
ξεφύγει από τους άκαμπτους νόμους της οικονομίας.
Με το κλείσιμο του κόσμου στα σπίτια του λόγω των περιοριστικών μέτρων δημιουργήθηκε
ένα οικογενειακό απόθεμα το οποίο οδήγησε στην αύξηση της ζήτησης διαφόρων
προϊόντων .Υπήρξε δηλαδή μια μετακίνηση κεφαλαίων από την διασκέδαση, την
εστίαση , τα ταξίδια κτλ προς προϊόντα τεχνολογίας και όχι μόνο. Νομοτελειακά
οδηγηθήκαμε σε αύξηση των τιμών καθώς υπήρξε μια ανατροπή στη σχέση ζήτησης και
δυνατότητας παραγωγής. Σ’ αυτή την
εξίσωση ήρθαν να προστεθούν και άλλοι εξαιρετικά σημαντικοί παράγοντες όπως
καθυστέρηση παραδόσεων λόγω έλλειψης πλοίων κοντέινερ (μείωση των ναυπηγείων
και νέες «πράσινες» προδιαγραφές ναυπήγησης) δυσκολίες στη διαχείριση των
εμπορευμάτων και το κερασάκι στην τούρτα η τεράστια αύξηση του κόστους
ενέργειας καθώς διαφαίνεται ότι η
μετάπτωση στην ΠΡΑΣΙΝΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑ
κοστίζει ακριβά ( εδώ καλείται
κανείς να αποφασίσει: Φθηνή βρώμικη ενέργεια ή ακριβή πράσινη ενέργεια;).
Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να
παραβλέψουμε ότι οι δαπάνες έχουν
ανακάμψει σημαντικά λόγω του ότι οι κυβερνήσεις έχουν τονώσει την οικονομία και
οι καταναλωτές δεν φοβούνται πλέον να ξοδέψουν. Το βέβαιο όμως είναι ότι τα εισοδήματα θα συρρικνωθούν περαιτέρω
ενώ η ανάπτυξη των επιχειρήσεων θα
φρενάρει απότομα .Δεν χρειάζεται εξάλλου να είναι κανείς ειδικός για να
καταλάβει ότι κάθε συντελεστής που αυξάνει το κόστος , είτε είναι στην παραγωγή
είτε είναι στη διακίνηση πυροδοτεί μια βόμβα για την αγοραστική δύναμη των
νοικοκυριών και την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων.